Δεν είναι λίγες μάλιστα οι φορές που στελέχη της κυβέρνησης διατρανώνουν ανερυθρίαστα ότι "έχουν εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη" και ότι επιθυμούν να βγουν όλα στο φως σε υποθέσεις που αφορούν σκάνδαλα (με τελευταίο του ΟΠΕΚΕΠΕ) στα οποία εμπλέκονται και οι ίδιοι. Πάμε όμως να δούμε, πόσο φως χύθηκε τα τελευταία χρόνια και στο τέλος να κάνουμε μια συγκριτική μελέτη για το τι πρέπει να αλλάξει στην λειτουργική αλλά και τυπική ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης ώστε να επιστρέψει η εμπιστοσύνη των πολιτών, οι οποίοι σε ποσοστό περίπου 80% δεν την εμπιστεύονται.
Ανατρέχοντας στα δύσκολα χρόνια των μνημονίων, δηλαδή την σκοτεινή 5ετία 2010-2015 που το πολιτικό σκηνικό άλλαξε άρδην, με το σπάσιμο του δικομματισμού και την εμφάνιση νέων δυνάμεων στο προσκήνιο όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και η ΧΑ, με την λεγόμενη θεωρία των δυο άκρων που χρησιμοποίησε μαεστρικά τότε η Νέα Δημοκρατία για να εγκλωβίσει τους πολίτες στην ασφάλεια του δικού της κομματικού μαντριού ξεκίνησαν και τα πρώτα "μαύρα σύννεφα" και οι αμφιβολίες για την ανεξαρτησία ή όχι της Ελληνικής Δικαιοσύνης, αμφιβολίες που κορυφώθηκαν στις μέρες μας με την κυβέρνηση του κ.Μητσοτάκη να ελέγχεται για άμεσο ή έμμεσο επηρεασμό της σε πλήθος δικαστικών αποφάσεων.
Αξέχαστα θα μείνουν τα ηχητικά Σαμαρά και η δημόσια ομολογία Μπαλτάκου για επηρεασμό της δικαιοσύνης, με εντολές προς τον δικαστικό λειτουργό Ισίδωρο Ντογιάκο [γνωστό ως "Παναθηναικάκια"] να φυλακίσει τους πολιτικούς του αντιπάλους, αποκάλυψαν τον τρόπο με τον οποίο η κυβέρνηση του 2012–2014 χρησιμοποιούσε το ποινικό σύστημα για πολιτική εξόντωση. Αλήστου μνήμης επίσης, η ομολογία του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης Χαράλαμπου Αθανασίου από τα κυβερνητικά έδρανα ότι έπαιρνε τηλέφωνο τις ανακρίτριες για να δει «πως πάει η κατάσταση». Αδιανόητα πράγματα για ένα κατ' επίφαση κράτος δικαίου.
Ακολούθησε η κυβέρνηση του ηθικού πλεονεκτήματος και του «go back κυρία Merkel» , «θα σκίσω τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο». Δεν ήταν λίγες οι στιγμές που και η συγκεκριμένη κυβέρνηση -που πρόδωσε την Μακεδονία, ανέστρεψε το αποτέλεσμα του Δημοψηφίσματος και έφερε το τρίτο μνημόνιο- κατηγορήθηκε για επηρεασμό της Δικαιοσύνης με γνωστότερη όλων την υπόθεση novartis που ακόμα και αν υπήρχε πράγματι εμπλοκή των στελεχών της κυβέρνησης Σαμαρά, με τους χειρισμούς της τότε, κατάφερε όχι μόνο να τους απαλλάξει, αλλά να βγουν πεντακάθαροι και αμόλυντοι από την «Κολυμπήθρα του Σιλωάμ».
Ο ΣΥΡΙΖΑ, λίγο πριν τις εθνικές εκλογές του Ιουλίου 2019, διόρισε την Ειρήνη Καλού ως Πρόεδρο του Αρείου Πάγου και την Δήμητρα Κοκοτίνη ως Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που συνεδρίασε την 1η Ιουλίου 2019. Η απόφαση ήταν εξαιρετικά αμφιλεγόμενη, διότι:
- Ελήφθη εν μέσω προεκλογικής περιόδου, με τη Βουλή ήδη κλειστή.
- Είχε ήδη προκηρυχθεί η διεξαγωγή εκλογών για τις 7 Ιουλίου 2019.
Η τότε αντιπολίτευση της Νέας Δημοκρατίας κατήγγειλε τη διαδικασία ως αντισυνταγματική και θεσμικά απρεπή. Βέβαια αμέσως με την εκλογή της, η κυβέρνηση Μητσοτάκη τον Αύγουστο 2019, διόρισε [προσέξτε το ρήμα] την Αικατερίνη Σακελλαροπούλου (τότε Πρόεδρο του ΣτΕ) ως Πρόεδρο της Δημοκρατίας (ξεχρεώνοντας έτσι το γραμμάτιο για τις υπηρεσίες της) τον Ιανουάριο 2020, και τον Βασίλειο Πλιώτα ως Εισαγγελέα του ΑΠ.
Η κ.Σακελαροπούλου σαν πρόεδρος του ΣτΕ είχε βγάλει σωρεία "φιλοκυβερνητικών" αποφάσεων της τότε κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον κ.Μητσοτάκη να την διορίσει [προσέξτε το ρήμα] Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αποδεικνύοντας ότι το πολιτικό σύστημα λειτουργεί ενιαία και αδιαίρετα ανεξάρτητα κομματικών προτιμήσεων. Άλλωστε και ο κ.Τσίπρας είχε θάψει την δικογραφία που έφτασε στην Βουλή και αφορούσε τον κ.Σαμαρά και τις παρεμβάσεις στην δικαιοσύνη, προστατεύοντας τον σε μια ενδεχομένως "ρελάνς" για την εμπλοκή του ιδίου προσώπου στο σκάνδαλο Novartis. Συγκεκριμένα, η κ.Σακελλαροπούλου σαν Πρόεδρος του ΣτΕ:
- Απέρριψε όλες τις αιτήσεις ακύρωσης της Συμφωνίας των Πρεσπών (για το ονοματολογικό της Βόρειας Μακεδονίας).
- Έκρινε ότι η κυβέρνηση μπορεί να μην καταβάλει τα αναδρομικά σε όσους δεν είχαν προσφύγει δικαστικά.
- Υπήρξαν αποφάσεις που ενίσχυαν μεγάλες επενδύσεις (π.χ. Ελληνικό) παρά ενστάσεις για περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Το ίδιο και για εγκατάσταση ΑΠΕ και ανεμογεννητριών ακόμα και σε αναδασωτέες ή πρόσφατα καμένες εκτάσεις.
- Δεν έκρινε αντισυνταγματικές ρυθμίσεις που διευκόλυναν την ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών (π.χ. ΕΥΔΑΠ, ΔΕΠΑ).
Φτάνοντας στο 2021, μετά την ταραχώδη διετία του Covid-19, το ΣτΕ επι προεδρίας Αθανάσιου Ράντου [επίσης διορισμένου από την κυβέρνηση Μητσοτάκη] έκρινε συνταγματικό τον υποχρεωτικό εμβολιασμό σε ορισμένες περιπτώσεις, με βάση τη δημόσια υγεία σύμφωνα με την απόφαση 2387/2021 της Ολομέλειας.
Η σχέση εξάρτησης όμως και επηρεασμού της δικαιοσύνης δεν σταματούν εδώ, αφού ΟΛΕΣ οι αποφάσεις σε κρίσιμα πολιτικά και δικαστικά θέματα είναι σε πλήρη αρμονία και ταύτιση με τις επιθυμίες της εκάστοτε κυβέρνησης.
Το 2022, ήρθε στο φως άλλο ένα σκάνδαλο της κυβέρνησης Μητσοτάκη: Αυτό των υποκλοπών που αφορούσε τη "νόμιμη" επισύνδεση (παρακολούθηση) του τηλεφώνου του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά και σειράς άλλων δημοσιογράφων και πολιτικών, τόσο από την ΕΥΠ [που με νόμο έχει την πλήρη εποπτεία της ο ίδιος ο Πρωθυπουργός] όσο και από το παράνομο λογισμικό Predator. Προσέξτε τώρα την αλληλουχία των γεγονότων:
- Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος [ο γνωστός για ακόμα μια φορά] διέταξε προκαταρκτική εξέταση για το σκάνδαλο, αλλά περιορίστηκε αυστηρά σε πράξεις διαρροής και όχι στο περιεχόμενο ή τη νομιμότητα της παρακολούθησης.
- Η Δικαιοσύνη δεν κάλεσε ποτέ τον ίδιο τον Νίκο Ανδρουλάκη να καταθέσει ως παθών, κάτι που επικρίθηκε ευρέως.
- Η ΑΔΑΕ (Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών), υπό τον Χρήστο Ράμμο, διαπίστωσε ότι είχαν γίνει επισυνδέσεις σε πολιτικά πρόσωπα και δημοσιογράφους, με την ΕΥΠ να έχει ζητήσει τις παρακολουθήσεις για λόγους «εθνικής ασφάλειας».
- Η ΑΔΑΕ ενημέρωσε θεσμικά τον Πρόεδρο της Βουλής και τα κόμματα, ενώ η κυβέρνηση προσπάθησε να την εμποδίσει νομοθετικά (Ν. 5002/2022), περιορίζοντας το δικαίωμα ενημέρωσης των πολιτών.
- Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης παραδέχθηκε ότι έγινε παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη χωρίς να έχει ενημερωθεί ο ίδιος.
- Ωστόσο, δεν αποδόθηκαν ευθύνες σε κυβερνητικά στελέχη, πέρα από την παραίτηση του Γρηγόρη Δημητριάδη (γεν. γραμματέας Πρωθυπουργού και κολλητός της Ομάδας Αλήθειας) και του τότε Διοικητή της ΕΥΠ, Παναγιώτη Κοντολέοντα.
Φτάνοντας στο 2023 και συγκεκριμένα τον Απρίλιο, μετά από σωρεία φωτογραφικών και αντισυνταγματικών τροπολογιών που έφερε η κυβέρνηση [δια του Υπουργού Εσωτερικών τότε Βορίδη και εμπλεκόμενου στο σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕ σήμερα] για τον αποκλεισμό κομμάτων από τις εκλογές, ο ανώτατος δικαστικός Χρήστος Τζανερίκος κατήγγειλε δημόσια απόπειρα χρηματισμού του από κυβερνητικό στέλεχος, ώστε να μεθοδευτεί ο αποκλεισμός του Εθνικού Κόμματος ΕΛΛΗΝΕΣ από τις εκλογές. Παρά τις τότε αντιδράσεις σύσσωμου του νομικού κόσμου, η ηγεσία των ανώτατων δικαστηρίων ανέκρουσε πρύμναν.
Η δικηγόρος Βάσω Πανταζή, αρμόδια στην υπόθεση του Α1 Τμήματος του Αρείου Πάγου, ομολόγησε δημόσια ότι η εντολή για τον αποκλεισμό του κόμματος από τις εκλογές ήταν προειλημμένη με την απόφαση να βρίσκεται -καταλάθος- στον φάκελο του κόμματος, αποδεικνύοντας ότι είχε γραφτεί πριν την κρίση του δικαστηρίου. Και σε αυτή την περίπτωση η ανώτατοι δικαστές έκλεισαν το μάτι στις κυβερνητικές μεθοδεύσεις.
Λίγους μόνο μήνες πριν, αρχές Μαρτίου 2023, στην τραγωδία των Τεμπών, ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Ισίδωρος Ντογιάκος [ξανά], που έβαλε πλάτη στις υποκλοπές, αφαίρεσε την υπόθεση από την φυσική της ανακρίτρια και την παρέδωσε στον ειδικό εφέτη ανακριτή, κατ’ εντολή του Πρωθυπουργού, γεγονός που συνιστά παρέμβαση άνευ προηγουμένου στη φυσική ροή της δικαστικής διαδικασίας.
Όμως τα παραδείγματα δεν εξαντλούνται εδώ.
Μια σειρά από δικαστικές αποφάσεις με εξόφθαλμο πολιτικό "προσανατολισμό" επιτείνουν τη δυσπιστία των πολιτών και επιβεβαιώνουν πως η δικαιοσύνη λειτουργεί, όχι ως θεματοφύλακας του Συντάγματος, αλλά ως διεκπεραιωτής κυβερνητικών επιθυμιών:
- Η απόφαση του Αρείου Πάγου υπέρ των Funds, παρά τις καταγγελίες για καταχρηστικές πρακτικές και τη μαζική κοινωνική αντίδραση.
- Η απόφαση του ΣτΕ με την οποία κρίθηκε συνταγματικός ο γάμος μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, ενώ ούτε προηγήθηκε συνταγματική αναθεώρηση, ούτε σχετική λαϊκή διαβούλευση.
- Η νομιμοποίηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων από το ίδιο δικαστήριο, ενάντια στο άρθρο 16 του Συντάγματος, που απαγορεύει ρητά την ίδρυσή τους.
- Και τέλος, η σκανδαλώδης απόφαση του Ανώτατου Ειδικού Δικαστηρίου που προχώρησε στην έκπτωση εκλεγμένων βουλευτών από το αξίωμα τους, με επίκληση της αμφιλεγόμενης θεωρίας περί "υποκρυπτόμενης ηγεσίας".
Κοινή συνισταμένη;
Καμία από τις ανωτέρω αποφάσεις δεν ήρθε σε αντίθεση με τις κυβερνητικές επιδιώξεις.
Η εικόνα που διαμορφώνεται είναι αυτή μιας Δικαιοσύνης σε κρίση θεσμικής ανεξαρτησίας, που δεν απονέμεται με βάση το Σύνταγμα και τον Νόμο, αλλά με βάση την πολιτική σκοπιμότητα της στιγμής.
Απέναντι σε αυτήν την αντισυνταγματική εκτροπή, ο ελληνικός λαός δεν μπορεί και δεν πρέπει να σιωπά. Η δημοκρατία δεν είναι διαδικασία – είναι εγγύηση ελευθερίας. Και χωρίς πραγματικά ανεξάρτητη Δικαιοσύνη, καμία Δημοκρατία δεν μπορεί να επιβιώσει.
Έχω τονίσει πάρα πολλές φορές ότι στην Ελλάδα πρέπει να γίνουν ταυτόχρονα τρία πράγματα για να θεραπευτεί αυτή η χρόνια παθογένεια:
- Πλήρης κατάργηση [και οχι τροποποίηση όπως δηλώνει ο κ.Μητσοτάκης] του άρθρου 86 του Συντάγματος περι ευθύνης Υπουργών, ώστε οι δικογραφίες που αφορούν μέλη της κυβέρνησης να πηγαίνουν απευθείας στον φυσικό δικαστή χωρίς την διαμεσολάβηση [και ενίοτε πλυντήριο] της Βουλής.
- Πλήρης απαγκίστρωση της Δικαιοσύνης από την εκτελεστική εξουσία, τον Πρωθυπουργό και το Υπουργικό συμβούλιο. Αναθεώρηση του άρθρου 90 στου Συντάγματος ώστε η ηγεσία των ανώτατων Δικαστηρίων της χώρας [Άρειος Πάγος, ΣτΕ και Ελεγκτικό Συνέδριο] να επιλέγονται από το ίδιο το Δικαστικό Σώμα και τους Δικηγορικούς Συλλόγους με ψηφοφορία.
- Αλλαγή στο τρόπο επιλογής των Προέδρων των Ανεξάρτητων Αρχών. Μέχρι τώρα και σύμφωνα με το Άρθρο 101Α του Συντάγματος και στον Κανονισμό της Βουλής (Άρθρο 29Α) η επιλογή γίνεται με ενισχυμένη πλειοψηφία 4/5 (80%) των μελών της Διάσκεψης των Προέδρων που αφορούν όμως στον εκλεκτό της κυβέρνησης! Η επιλογή των επικεφαλής Ανεξάρτητων Αρχών δεν γίνεται μονομερώς από την κυβέρνηση, αλλά απαιτεί διακομματική συναίνεση μέσω αυξημένης πλειοψηφίας στη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής [Ακριβώς όπως έγινε με την σύμπραξη ΝΔ και Ελληνικής Λύσης για ΕΣΡ και ΑΔΑΕ]. Αυτό προβλέπεται ως εγγύηση θεσμικής ανεξαρτησίας – τουλάχιστον θεωρητικά. Στην πράξη, ωστόσο, συχνά ασκούνται πολιτικές πιέσεις ή παρασκηνιακές συμφωνίες, που αποδυναμώνουν το κύρος της διαδικασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου